Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή για να προφέρειΔυστυχώς, αυτό το πρόγραμμα περιήγησης δεν υποστηρίζει την καταγραφή φωνήςΔυστυχώς, αυτή η συσκευή δεν υποστηρίζει καταγραφή φωνής
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή ξανά για να ολοκληρώσετε την εγγραφή
Μπορείτε να συνεισφέρετε με αυτή την προφορά του ήχου copiously HowToPronounce λεξικό.
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Σας ευχαριστώ για τη συμβολήΣυγχαρητήρια! Έχεις την προφορά του copiously δίκιο. Συμβαδίσει.Ουπς! Φαίνεται πως η προφορά του copiously δεν είναι σωστή. Μπορείτε να προσπαθήσετε ξανά.
Δεδομένου ότι έχετε υπερβεί το όριο το χρόνο σας, την εγγραφή σας έχει σταματήσει.
Μπορείς να το προφέρεις αυτή τη λέξη
ή να προφέρει σε διαφορετική προφορά
Συμβάλλουν λειτουργία
xxx
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή για να προφέρειΔυστυχώς, αυτό το πρόγραμμα περιήγησης δεν υποστηρίζει την καταγραφή φωνήςΔυστυχώς, αυτή η συσκευή δεν υποστηρίζει καταγραφή φωνής
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή ξανά για να ολοκληρώσετε την εγγραφή
Μπορείτε να συνεισφέρετε με αυτή την προφορά του ήχου copiously HowToPronounce λεξικό.
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Σας ευχαριστώ για τη συμβολήΣυγχαρητήρια! Έχεις την προφορά του copiously δίκιο. Συμβαδίσει.Ουπς! Φαίνεται πως η προφορά του copiously δεν είναι σωστή. Μπορείτε να προσπαθήσετε ξανά.
Tennyson was already writing copiously - an epic of 6000 lines at twelve, a drama in blank verse at fourteen, and so on: these exercises have, very properly, not been printed, but the poet said of them at the close of his life, It seems to me, I wrote them all in perfect metre.
Each wrote copiously in verse, but Johan (1640-1684), who was professor of poetry at Upsala, almost entirely in Latin, while Samuel (1642-1679), especially in his Odae sveticae, showed himself an apt and fervid imitator of the Swedish hexameters of Stjernhjelm, to whom he was at one time secretary,
Wehnelt discovered that the same effect could be produced by using instead of a carbon filament a platinum wire covered with the oxides of calcium or barium, which when incandescent have the property of copiously emitting negative ions.
He wrote books of travel, of popular biography, or of historical or political discussion, &c., from time to time; but his principal literary achievements were editions, between 1868 and 1888, of Franklin's autobiography and autobiographical writings, copiously annotated; and of the complete works of
copiously προφορά με σημασίες, συνώνυμα, αντώνυμα, τις μεταφράσεις, τις προτάσεις και περισσότερα