Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή για να προφέρειΔυστυχώς, αυτό το πρόγραμμα περιήγησης δεν υποστηρίζει την καταγραφή φωνήςΔυστυχώς, αυτή η συσκευή δεν υποστηρίζει καταγραφή φωνής
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή ξανά για να ολοκληρώσετε την εγγραφή
Μπορείτε να συνεισφέρετε με αυτή την προφορά του ήχου нарик HowToPronounce λεξικό.
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Σας ευχαριστώ για τη συμβολήΣυγχαρητήρια! Έχεις την προφορά του нарик δίκιο. Συμβαδίσει.Ουπς! Φαίνεται πως η προφορά του нарик δεν είναι σωστή. Μπορείτε να προσπαθήσετε ξανά.
Δεδομένου ότι έχετε υπερβεί το όριο το χρόνο σας, την εγγραφή σας έχει σταματήσει.
Μπορείς να το προφέρεις αυτή τη λέξη
ή να προφέρει σε διαφορετική προφορά
Συμβάλλουν λειτουργία
xxx
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή για να προφέρειΔυστυχώς, αυτό το πρόγραμμα περιήγησης δεν υποστηρίζει την καταγραφή φωνήςΔυστυχώς, αυτή η συσκευή δεν υποστηρίζει καταγραφή φωνής
Εγγραφή
Κάντε κλικ στο κουμπί εγγραφή ξανά για να ολοκληρώσετε την εγγραφή
Μπορείτε να συνεισφέρετε με αυτή την προφορά του ήχου нарик HowToPronounce λεξικό.
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Έχετε τελειώσει την ηχογράφηση;
Σας ευχαριστώ για τη συμβολήΣυγχαρητήρια! Έχεις την προφορά του нарик δίκιο. Συμβαδίσει.Ουπς! Φαίνεται πως η προφορά του нарик δεν είναι σωστή. Μπορείτε να προσπαθήσετε ξανά.
Нарикбаев, Максут Султанович
- Максут Султанович Нарикбаев (30 марта 1940 — 12 октября 2015) — советский и казахстанский государственный деятель, генеральный прокурор Казахстана (1995—1996), председатель Верховного суда Ка
Нарикала
- Нарика́ла (вернее, Нирин-кала; груз. ნარიყალა, ნარინ კალა «нижняя/маленькая крепость») — крепостной комплекс различных эпох в Старом Тбилиси, на правом скалистом берегу Куры.
Нарикашвили, Сергей Павлович
- Сергей Павлович Нарикашвили (24 декабря 1906, Тифлис, Российская империя — 1992, там же, Грузия) — советский и грузинский физиолог, ученик И.С.Бериташвили и Л.А.Орбели.
Наркотик
- Нарко́тик (от греч. ναρκωτικός — приводящий в оцепенение, греч. νάρκωσις — ступор) — согласно определению ВОЗ, «химический агент, вызывающий ступор, кому или нечувствительность к боли.
Наркомания
- Наркома́ния (от др.-греч. νάρκη — оцепенение, сон, и μανία — безумие, страсть, влечение) — состояние, характеризующееся патологическим влечением к употреблению наркотических веществ, сопровож
нарик Ρωσικά προφορές με σημασίες, συνώνυμα, αντώνυμα, τις μεταφράσεις, τις προτάσεις και περισσότερα.